Κεφάλαιο 11
Μια νέα αρχή για την Πάττυ.
Ο Άλμπερτ με τον Τζωρτζ γύρισαν στο ξενοδοχείο αμίλητοι. Τα νεύρα του Άλμπερτ δεν ήταν σε καλή κατάσταση..
- Τζωρτζ, πότε επιτέλους πιστεύεις ότι θα επιστρέψουμε?
- Σε καμιά βδομάδα νομίζω ότι θα μπορούμε να φύγουμε από εδώ.
- Και το επόμενο ταξίδι μας προγραμματίζεται για μετά τα Χριστούγεννα, ε?
- Ναι. Άλμπερτ, μπορείς να ηρεμίσεις?
- Όχι, δεν μπορώ. Θα στείλω κάτι σύντομο στην Κάντυ. Την επόμενη φορά θα έρθει μαζί μου. Και θέλει δεν θέλει, θα συναντήσουμε τον Τέρρυ.
- Πιστεύεις ότι είναι σωστό να ανακατευτούμε εμείς?
Ο Άλμπερτ γύρισε και αγριοκοίταξε τον Τζωρτζ.
- Τζωρτζ, εσύ το λες αυτό?
- Θέλω να πω, ότι είναι αρκετά μεγάλα παιδιά πια και μπορούν και μόνοι τους να…
- Τζωρτζ, το μόνο που θα κάνω, είναι να τους φέρω σε επαφή… τυχαία…
- Και την άλλη φορά στο Ροκστόουν τυχαίο ήταν.
- Τότε ήταν αλλιώς.
Ο Άλμπερτ χαλάρωσε την γραβάτα του. Ασφυκτιούσε μέσα στα κοστούμια. Πόσο του είχε λείψει η ανέμελη ζωή, τότε που ήταν απλά ο Άλμπερτ, και όχι ο Γουίλιαμ Άλμπερτ Άρτλευ…
Πήρε ένα χαρτί και έγραψε βιαστικά.
Αγαπητή Kαντυ. Τα ταξίδια μου είναι πολύ καλά. Όταν τελειώσω με τις δουλειές μου, θέλω να ταξιδέψω με την Πούπε, όπως πριν. Θα ήθελες να έρθεις μαζί μου; Θα ήθελα, να μου κάνεις παρέα. Ελπίζω να δεχθείς. θα σε δω σύντομα. Άλμπερτ.
Το γράμμα του Άλμπερτ έφτασε στα χέρια της Κάντυ, μαζί με ένα γράμμα από την αδελφή Μαίρη Τζέιν. Η Κάντυ προβληματίστηκε πολύ διαβάζοντας το δεύτερο ειδικά…. δεν μπορούσε να βγάλει από το μυαλό της τα λόγια της αδελφής Μαίρης Τζέιν… Μετά το μεσημεριανό φαγητό, πήγαν με την Πάττυ στο λόφο και της έδωσε το γράμμα να το διαβάσει.
… έχω να σου ανακοινώσω κάτι πολύ σημαντικό. Θα έρθω σε 10 μέρες. Θέλω να μιλήσουμε. Θεωρώ αναγκαίο να βρίσκεται μαζί μας και ο κύριος Άρτλευ. Ελπίζω να είναι στο Σικάγο για τις διακοπές των Χριστουγέννων…
-Κάντυ, μάλλον θα θέλει να σου πει μερικά πράγματα για την κλινική
-Δεν το νομίζω… Λέει ότι θέλει να μου ανακοινώσει κάτι.
-Μήπως ο γιατρός Μισέλ άλλαξε γνώμη?
-Και αυτό να έγινε, υπάρχουν τόσοι γιατροί, κάποιον άλλο θα μου στείλει. Όχι, όχι δεν είναι αυτό…
-Τότε, πού πάει το μυαλό σου?
-Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι…
Πράγματι, τα νέα που της έφερνε η αδελφή Μαίρη Τζέιν ξεπερνούσαν κάθε φαντασία…
Τα Χριστούγεννα έφτασαν και ο Άλμπερτ μαζί με τον Τζωρτζ κατέφθασαν στο ορφανοτροφείο φορτωμένοι με δώρα σαν τον άγιο Βασίλη. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν! Το βράδυ των Χριστουγέννων ο Άλμπερτ ήθελε να το περάσει μαζί με την Κάντυ. Και επειδή δεν ήθελε να της επιβάλει την παρουσία της θείας και των Ράγκαν, παρά τις αντιρρήσεις τους, αποφάσισε να τα περάσει στο ορφανοτροφείο. Η κυρία Πόνυ και η αδελφή Μαρία φυσικά τον δέχτηκαν με μεγάλη χαρά. Η Πάττυ είχε μάθει στα παιδιά το τραγουδάκι της άγιας Νύχτας και το έψαλαν το βράδυ των Χριστουγέννων. Οι φωνούλες τους έμοιαζαν αγγελικές. Η Κάντυ κοίταξε τον Άλμπερτ. Το βλέμμα του την αγκάλιαζε με στοργή και τρυφερότητα.
Είμαι ευτυχισμένη, σκέφτηκε. Έχω κοντά μου την οικογένειά μου… Η Κάντυ έστρεψε το βλέμμα της αλλού…. Τέρρυ, καλά Χριστούγεννα!.. Εύχομαι να είσαι ευτυχισμένος…
Δυο μέρες μετά τα Χριστούγεννα έφτασε στο σπίτι της Πόνυ η αδελφή Μαίρη Τζέιν. Με την κυρία Πόνυ παρόλο που ήταν πολύ καλές φίλες είχαν να συναντηθούν πολλά χρόνια. Η Κάντυ είχε τρομερή περιέργεια για το τι θα της ανακοίνωνε, αλλά προσπάθησε να κάνει υπομονή… Ήθελε να τις αφήσει να τα πουν μόνες τους για λίγο. Ήταν η πρώτη φορά που τις έβλεπε και τις δύο μαζί. Μπορεί να φαίνονταν στην αρχή πολύ διαφορετικές η μία με την άλλη, όμως η Κάντυ διαπίστωσε ότι τελικά μοιάζουν απίστευτα. Και έχουν ένα κοινό. Η κάθε μια με τον δικό της τρόπο, αφιέρωσε την ζωή της σε ένα ιερό σκοπό. Να φροντίζουν τους συνανθρώπους τους.
Όταν η Κάντυ έφτασε στο γραφείο της κυρίας Πόνυ, τρόμαξε.
-Κάντυ, φέρε της μια πορτοκαλάδα να πιει, θα της κάνει καλό!...
-Μα τι συμβαίνει? Κυρία Πόνυ, είστε καλά?
-Μια χαρά είναι. Φτιάξε μια πορτοκαλάδα και φώναξε τον Άλμπερτ. Θέλω να σας μιλήσω.
Την πορτοκαλάδα την ανέλαβε η Πάττυ. Η Κάντυ ήταν σίγουρη ότι μαζί με τα πορτοκάλια θα έκοβε και τα χέρια της.
-Είσαι νοσοκόμα, Κάντυ! Δεν πρέπει να ταράζεσαι έτσι εύκολα.
Η αδελφή Μαίρη Τζέιν την κοίταζε αυστηρά. Ήθελα να ξερα, πως θα της το πω. Φοβόμουν για την Πόνυ, όμως η Κάντυ ώρες ώρες με κάνει και απορώ, πώς κατάφερε και τελείωσε τη σχολή…
Η Πάττυ έφερε την πορτοκαλάδα και την πρόσφερε στην κυρία Πόνυ
- Ευχαριστώ, Πάττυ, παιδί μου!
- Πάττυ? Πάττυ από το Πατρίτσια?
- Ναι, είπε η Κάντυ.
- Πατρίτσια, θέλω να μείνεις κι εσύ εδώ.
Η Κάντυ τα είχε χαμένα. Μα τι στο καλό συμβαίνει? Η αδελφή Μαρία βοήθησε την κυρία Πόννυ να ξαπλώσει στο κρεβάτι της και η Κάντυ με τον Άλμπερτ και την Πάττυ κάθισαν μαζί με την αδελφή Μαίρη Τζέιν… Η Κάντυ κόντευε να σκάσει…
Η αδελφή Μαίρη Τζέιν πήρε μια ανάσα και ξεκίνησε. Τα παιδιά την κοίταζαν γεμάτα αγωνία…
- Προς Θεού, μη με κοιτάζετε έτσι! Ευχάριστα νέα σας έχω. Απλά, δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω.
- Έχουν να κάνουν με την κλινική?
- Όχι. Κάντυ, θυμάσαι τον γιατρό Μισέλ?
- Ναι, θα έρθει να δουλέψει στην κλινική μας, έτσι δεν είναι?
- Ναι. Με επισκέφτηκε πριν λίγο καιρό, φέρνοντας μου ένα τηλεγράφημα. Το τηλεγράφημα ήταν για την οικογένειά σας. Όμως, έκρινα σκόπιμο να σας μιλήσω από κοντά.
- Περί τίνος πρόκειται?
- Εδώ θέλει μεγάλη λεπτότητα. Ο γιατρός Μισέλ εργάζεται σε ένα νοσοκομείο στη Γαλλία.
- Στη Γαλλία?
- Ναι. Περιποιείται τραυματίες πολέμου.
Η καρδιά της Πάττυ πήγε να σπάσει. Η αδελφή Μαίρη Τζέιν την κοίταξε και χαμογέλασε.
- Για πολλούς μήνες περιποιούταν έναν τραυματία που ήταν σε κρίσιμη κατάσταση. Είχε πέσει σε κώμα και δεν ήξεραν ούτε ποιος είναι, ούτε αν θα καταφέρει να συνέλθει. Καθώς περνούσαν οι μέρες και άρχισε να ξεπερνάει τον κίνδυνο, μέσα στα παραμιλητά του ψιθύριζε τρία ονόματα…
Τα παιδιά την κοίταζαν με κομμένη την ανάσα. Ο Άλμπερτ έπιασε το χέρι της Κάντυ, που έτρεμε…
-Τα ονόματα ήταν… Πατρίτσια, Κάντυ και Άρτσι…
Η Πάττυ είχε ήδη ξεσπάσει σε λυγμούς…
- Στήαρ, άχ Στήαρ…
Ο Άλμπερτ δεν μπορούσε να πιστέψει αυτά που άκουγε… Η Κάντυ τα είχε εντελώς χαμένα.
- Είναι καλά, συνέχισε η αδελφή Μαίρη Τζέιν. Θα μπορέσει να μεταφερθεί μέχρι το τέλος του μήνα.
Τα παιδιά είχαν πάθει σοκ. Κόντευαν να σωριαστούν. Η αδελφή Μαίρη Τζέιν ένιωσε μια ανακούφιση, καθώς είχε τελειώσει αυτά που ήθελε να τους πει. Σηκώθηκε να δει σε τι κατάσταση είναι η Πόνυ και τους άφησε να ηρεμίσουν και να συνειδητοποιήσουν ότι δεν πρόκειται για όνειρο, αλλά για ένα θαύμα… Τα δυο κορίτσια είχαν αγκαλιαστεί και έκλαιγαν. Χαμογέλασε στον Άλμπερτ και έκλεισε διακριτικά την πόρτα πίσω της.